Το βιογραφικό δράμα της Σοφίας Κόπολα «Priscilla» και το ελληνικό ρεαλιστικό δράμα της Σοφίας Εξάρχου «Animal», που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Αλέξανδρο, ξεχωρίζουν από τις έξι ταινίες που κάνουν πρεμιέρα απόψε. Το δικό του ενδιαφέρον έχει και το, επίσης, βιογραφικό δράμα «Σιδερένια Γροθιά» του Σον Ντέρκιν, ενώ αξιοπρόσεκτο είναι και το περιβαλλοντικό ντοκιμαντέρ του Άγγελου Ράλλη «Η Αφρίν στον Καιρό της Πλημμύρας».
Priscilla
(“Priscilla”) Βιογραφικό δράμα, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Σοφία Κόπολα, με τους Κάλι Σπένι, Τζέικομπ Ελόρντι, Νταγκμάρα Ντομινιτσίκ, Τιμ Ποστ, Ολίβια Μπάρετ κα.
Δεν είναι ακόμη μία βιογραφική ταινία, για τον «βασιλιά» Έλβις, με τις τεράστιες μουσικές επιτυχίες του και τα χορευτικά «κουνήματα» πάνω στη σκηνή και τις τρέλες του έξω απ’ αυτή, η τελευταία δημιουργία της Σοφία Κόπολα, η οποία με την «Priscilla» διαγωνίστηκε για τον περσινό Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες απ’ όπου έφυγε τελικά μόνο με το βραβείο ερμηνείας η πρωταγωνίστριά της Κάιλι Σπένι.
Είναι όπως υπονοεί και ο τίτλος, ένα βιογραφικό δράμα, για τη σχέση του και τον γάμο του με την Πρίσιλα Μπολιέ και την οπτική που δίνει η ίδια και μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη η Κόπολα. Άλλωστε, το σενάριο της Κόπολα, βασίζεται στην αυτοβιογραφία τής Πρίσιλα, που συμμετέχει και στην παραγωγή. Μάλιστα, η μοναχοκόρη του θρυλικού τραγουδιστή και της Πρίσιλα, Λίζα Μαρί Πρίσλεϊ, λίγο πριν πεθάνει είχε διαφωνήσει για τον τρόπο που παρουσιάζεται ο πατέρας της, ενώ η εταιρεία Elvis Presley Enterprises απέρριψε κάθε στήριξη στο φιλμ και δεν έδωσε άδεια να χρησιμοποιηθεί στην ταινία ούτε ένα τραγούδι του. Και γι’ αυτό στην ταινία ακούγονται επιτυχίες της εποχής, αλλά άλλων τραγουδιστών.
Το στόρι, ξεκινά από την απρόσμενη γνωριμία της Πρίσιλα με τον Έλβις σε ένα πάρτι, στη Γερμανία, όπου ο διάσημος τραγουδιστής υπηρετούσε τη θητεία του. Η Πρίσιλα δεν ήταν ούτε 15 χρόνων, όταν θα βρεθεί στη ζηλευτή θέση να την επιλέξει για κορίτσι του ο Πρίσλεϊ. Έτσι, ένα παιδί από το Τέξας θα βρεθεί να συζεί με το μεγαλύτερο ποπ είδωλο του 20ου αιώνα, σε ένα χρυσό κλουβί και να βιώνει τον προβληματικό χαρακτήρα του άντρα της, τον οποίο θα παντρευτεί έπειτα από χρόνια, θα του χαρίσει τη μοναχοκόρη του, αλλά όταν πλέον έχει πήξει το μυαλό της δεν θα αντέξει την ανωριμότητά του, την αδιόρθωτη κακοποιητική του συμπεριφορά και θα τον εγκαταλείψει.
Η Κόπολα, που ποτέ δεν έδειξε ενδιαφέρον προς τις θορυβώδεις ταινίες, θα κρατήσει χαμηλούς τόνους, στα όρια του υποτονικού, αν και έχει να κάνει με μία προσωπικότητα που ιδίως η ζωή του έφτανε στα σύνορα της «ηχορύπανσης». Δεν διστάζει να σκιαγραφήσει τον Έλβις ως έναν αποπλανητικό, κακοποιητικό, εγωκεντρικό ανώριμο άντρα, που βλέπει τις γυναίκες σαν παιχνίδια που τα βαριέται εύκολα. Απ’ την άλλη, η Πρίσιλα πρέπει να ωριμάσει βίαια. Από συνεσταλμένο παιδί θα πρέπει να σταθεί δίπλα στο είδωλο, να του κάνει τα χατίρια στο κρεβάτι και να υπομένει τον άστατο χαρακτήρα του άντρα της και φυσικά τα ποτά και τις χούφτες με τα ηρεμιστικά.
Το φιλμ, διαθέτει ορισμένες θαυμαστές σκηνές, που λες και έρχονται από το βαρύ όνομα του πατρός, τη δεξιοτεχνική μεταμόρφωση της Πρίσιλα από κορίτσι σε γυναίκα, με τα τελευταία πλάνα του φινάλε να είναι λυτρωτικά για μια γυναίκα, πλέον, που βρίσκει την ελευθερία της.
Ωστόσο, η εμμονή της Κόπολα στη χαμηλόφωνη και ορισμένες φορές επίπεδη αφήγησή της, με το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας να είναι κινηματογραφημένο στο ημίφως, σε νυχτερινά πλάνα και σε σκοτεινά δωμάτια κρατά μακριά τον θεατή από την ένταση της σχέσης του ζεύγους, την ψυχολογική δοκιμασία της Πρίσιλα. Τα κινηματογραφικά ημιτόνια που χρησιμοποιεί δεν λειτουργούν σωστά τις περισσότερες φορές, με το δράμα να οδηγείται σχεδόν μονότονα στη γνωστή κατάληξη.
Η Κάιλι Σπένι, έχει δύσκολη αποστολή, με τη μεταμόρφωσή της από παιδί σε γυναίκα, μέσα από μία δύσκολη ερωτική σχέση, που σήμερα θα γινόταν σημαία για το metoo, ενώ τις δεκαετίες του ’50 και ’60 θα χαρακτηριζόταν ως απλώς αποτυχημένη. Θα τα καταφέρει σε μεγάλο βαθμό, αν και ορισμένες φορές δίνει ότι χάνει τις λεπτές αποχρώσεις της ψυχολογίας τής ηρωίδας. Από την πλευρά του, ο Τζέικομπ Ελόρντι, που έχει έναν αβανταδόρικο ρόλο, μάλλον μένει στα μισά με τις ψυχολογικές μεταπτώσεις του, αλλά και τις υπερβολικές πόζες του.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μια φορά κι έναν καιρό, όπως περίπου συμβαίνει στα παραμύθια, μια συνεσταλμένη έφηβη βρέθηκε σε μια θέση που θα ζήλευαν εκατομμύρια κορίτσια: έγινε η εκλεκτή της καρδιάς του Έλβις Πρίσλεϊ, του μεγαλύτερου ποπ ειδώλου του 20ού αιώνα κι αργότερα γυναίκα του. Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα; Όχι ακριβώς…
Animal
(“Animal”) Δραματική ταινία, ελληνικής και διεθνούς συμπαραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Σοφίας Εξάρχου, με τους Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Αχιλλέα Χαρίσκο, Φλομαρία Παπαδάκη, Ηλία Χατζηγεωργίου, Ελπίδα Ορφανίδου κα.
Το θέμα δεν είναι αν το «Animal» είναι η πρώτη ελληνική ταινία που κερδίζει, έπειτα από 30 χρόνια, τον Χρυσό Αλέξανδρο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά ότι αφενός πρόκειται για μία άρτια παραγωγή, με εμπνευσμένη σκηνοθεσία, δυνατό σενάριο, βαθιά σκέψη, απευθυνόμενη στο ευρύ κοινό, χωρίς καλλιτεχνικούς συμβιβασμούς ή «συνταγές επιτυχίας» και αφετέρου διαθέτοντας μία πρωταγωνίστρια που κατακλύζει την οθόνη με την εκφραστική της δεινότητα. Και ταυτόχρονα, ότι μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για μία ελπιδοφόρα αρχή για την ελληνική κινηματογραφία, που πασχίζει να βρει το δρόμο της τις τελευταίες δεκαετίες.
Στην πρώτη της ταινία «Park» η Σοφία Εξάρχου άφησε υποσχέσεις, τις οποίες επιβεβαίωσε πλήρως με τη δεύτερη ταινία της, καθώς έφτιαξε ένα ρεαλιστικό κοινωνικό δράμα, σπουδαίας έμπνευσης και εκτέλεσης, αποδομεί το περίφημο ελληνικό καλοκαίρι και μιλά για όλα αυτά τα παιδιά που δουλεύουν στη «βιομηχανία του τουρισμού». Νέοι και νέες με όνειρα και τεράστια εφόδια που παραδίδονται σε ένα ανάλγητο σύστημα υπηρεσιών «φιλοξενίας» και διασκέδασης.
Κεντρική ηρωίδα είναι μία νέα κοπέλα, που δουλεύει ως ανιματέρ σε ένα all-inclusive ξενοδοχείο. Είναι η αρχηγός μιας ομάδας από κορίτσια που διασκεδάζουν τις νύχτες τους ξένους μεθυσμένους τουρίστες με τις χορευτικές και σέξι επιδόσεις τους, που ολοένα αγριεύουν κάτω από την πίεση της δουλειάς.
Ταινία δυναμίτης, που μεν δεν ωραιοποιεί ούτε δραματοποιεί καταστάσεις και τα όσα υφίστανται όλα αυτά τα παιδιά, αλλά αναδεικνύει με ρεαλισμό και με έναν εκλεπτυσμένο νατουραλισμό τη βαρβαρότητα που κρύβεται πίσω από τις επιλογές μίας αρρωστημένης ανάπτυξης, κάτω από τον καυτό ήλιο, δίπλα απ’ τις ξανθές αμμουδιές, τα καταγάλανα νερά και έξω από τα κάδρα με τις ανέμελες πόζες των τουριστών που γεμίζουν το καλοκαίρι τα κοινωνικά δίκτυα. Και μαζί αναδεικνύει την εσωτερική πάλη της ηρωίδας, που εργαλειοποιεί το σώμα της μέχρι εξαντλήσεως και δέχεται τις ταπεινώσεις για ένα μεροκάματο.
Από την ταινία, που έχει τις μικρές της ατέλειες, λείπει και η σύγκρουση, ο «κακός» της ιστορίας. Αυτό θα ήταν ένα πρόβλημα στην αφήγηση της ιστορίας, αλλά η Εξάρχου, καταφέρνει να το ξεπεράσει, επιλέγοντας το δύσκολο δρόμο να εστιάσει στην απειλή του άκρατου καπιταλισμού και του «συστήματος μαζικής φιλοξενίας», που θέλει τον τουρίστα βασιλιά για δέκα μέρες, τα «θέλω» του διαταγή, τα καπρίτσια του «παρακαλώ, ευχαρίστησή μας».
Η Δήμητρα Βλαγκοπούλου, ένα θηρίο της φύσης, που παρά την κομματιασμένη ύπαρξή του, κάθε βράδυ γλείφει τις πληγές του και την επόμενη ξαναρίχνεται στη μάχη της επιβίωσης, απογειώνει την προσπάθεια της Εξάρχου και τελικά παραδίδει μία σπαραχτική ερμηνεία απ’ αυτές τις λιγοστές που ξεχωρίζουμε κάθε χρόνο απ’ την παγκόσμια κινηματογραφία.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Κάτω από τον ελληνικό καυτό ήλιο, οι ανιματέρ που δουλεύουν σε ένα all-inclusive ξενοδοχείο προετοιμάζονται για την τουριστική σεζόν. Η Κάλια είναι η αρχηγός της ομάδας. Καθώς το καλοκαίρι κορυφώνεται και η πίεση αυξάνεται, οι νύχτες τους γίνονται βίαιες και ο αγώνας της Κάλιας αποκαλύπτεται στο σκοτάδι. Αλλά όταν ανάψουν ξανά τα φώτα, το σόου θα πρέπει να συνεχιστεί…
Σιδερένια Γροθιά
(“The Iron Claw”) Δραματική βιογραφική περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Σον Ντέρκιν, με τους Ζακ Έφρον, Τζέρεμι Άλεν Γουάιτ, Χάρις Ντίκινσον, Λίλι Τζέιμς κα.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που γέμιζε ο Πανελλήνιος ή ο «Τάφος του Ινδού», το κλειστό της Λεωφόρου, με το προχειροστημένο και ορισμένες φορές τόσο ψεύτικο σόου της επαγγελματικής πάλης – τότε το γνωρίσαμε ως «κατς». Οι θεόρατες φιγούρες των παλαιστών, ο Τρομάρας, ο Σαμψών, ο Σουγκλάκος και άλλα γεροδεμένα παιδιά, που έβαζαν μάσκες και βαφτίζονταν ξένοι τρομεροί και φοβεροί, σχεδόν ανθρωποφάγοι, έτοιμοι να κομματιάσουν τα δικά μας παλικάρια, ήταν βιοπαλεστές, που πλάκα στην πλάκα έτρωγαν τη μούρη τους, έβγαζαν τους ώμους τους, υπέφεραν από τα θεαματικά τους εναέρια χτυπήματα. Στην Αμερική, όμως, το σόου είχε και έχει τις προδιαγραφές ενός χολιγουντιανού υπερθεάματος, τα χρήματα είναι πολλά και ορισμένες φορές τα χτυπήματα κανονικά. Ακόμα και εκτός των ρινγκ.
Τον κόσμο της επαγγελματικής πάλης έρχεται να μας θυμίσει ο αξιόλογος Σον Ντέρκιν («Η Φωλιά», «Μάρθα Μάρσι Μέι Μαρλίν») μέσα από την αληθινή ιστορία των αδελφών Φον Έριχ, παλαιστών που μεσουράνησαν τη δεκαετία του ’80. Μια ιστορία που έχει το ύφος ελληνικής τραγωδίας καθώς τα αδέλφια πρέπει να αντιμετωπίσουν τη μοίρα τους και να υπομείνουν τα θέλω του δεσποτικού πατέρα τους.
Μέσα από τη ζωή των Φον Έριχ, που είναι άγνωστη στη χώρα μας, ο Ντέρκιν αφηγείται μία συναρπαστική ιστορία, όπου ο θρίαμβος απέχει μόλις μία κουτουλιά από την τραγωδία και το «αμερικάνικο όνειρο» διαρκεί όσο αντέχουν τα μπράτσα και γρήγορα εξατμίζεται όπως ο ιδρώτας από τις αδειανές πλουμιστές στολές των παλαιστών.
Η ταινία, όμως, είναι και μια μελέτη πάνω στην αμερικάνικη οικογένεια, που παρότι δείχνει ενωμένη σαν γροθιά, ζει κάτω από την τοξικότητα, που μεταδίδει ο τραμπούκος πατέρας, αλλά και η φύση του «αθλήματος» και βεβαίως το σύστημα που εκμεταλλεύεται όλο αυτό το ξύλο. Ένα σύστημα, για το οποίο ο Ντέρκιν δεν έχει να πει και πολλά, αφού επικεντρώνεται στις σχέσεις της οικογένειας, ενώ εξαφανίζει από την ιστορία και τον μικρότερο απ’ τα αδέλφια.
Όχι, η ταινία του Ντέρκιν δεν μένει στην επιφάνεια, αλλά σίγουρα δεν εμβαθύνει τόσο στους χαρακτήρες όσο και σε αυτά που παίζονται πίσω από τις εναέριες καρπαζιές, ενώ η παλαιομοδίτικη φωτογραφία συμβάλλει στην ατμόσφαιρα μιας εποχής που μοιάζει ξεπερασμένη, αλλά βοηθά στη μετάδοση της συγκίνησης για μια μελαγχολική ιστορία, όπως είναι αυτή των αδελφών Φον Έριχ.
Εν ολίγοις, μία ενδιαφέρουσα παραγωγή από την Α24, με ικανοποιητική αφήγηση από τον Ντέρκιν και τα εντυπωσιακά γυρίσματά του πάνω στο ρινγκ, μία αξιοπρόσεκτη ερμηνεία από τον Ζακ Έφρον και τα άλλα παιδιά, αλλά τελικώς ένα αθλητικό δράμα, που θα ευχαριστήσει τους θιασώτες του κατς και θα αφήσει σχεδόν αδιάφορους τους υπόλοιπους. Αυτούς που το θεωρούν μία βαρβαρότητα και μπορούν να το ανεχτούν μόνο όταν δίνει το παρόν ο Θανάσης Βέγγος, άντε και ο μακαρίτης ο Σουγκλάκος όταν υποκρινόταν ότι σφάδαζε.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ Η αληθινή ιστορία των αχώριστων αδερφών Φον Έριχ, που έγραψαν ιστορία στον έντονα ανταγωνιστικό κόσμο της επαγγελματικής πάλης στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Λατρεύω να σε Μισώ
(“Anyone But You”) Αισθηματική κωμωδία, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Γουίλ Γκλουκ, με τους Γκλεν Πάουελ, Σίντνεϊ Σουίνι, Αλεσάντρα Σιπ, Τσάρλι Φρέιζερ, Ντέρμοντ Μαλρόνεϊ, Μπράιαν Μπράουν κα.
Αφρώδης αισθηματική κωμωδία, που ακολουθεί κατά γράμμα τις συνταγές των ταινιών του είδους, με τις οποίες έφτιαξαν την καριέρα τους στο Χόλιγουντ οι Τζένιφερ Λόπεζ, Τζένιφερ Άνιστον, Μίλα Κούνις και πάει λέγοντας.
Ο Γουίλ Γκλουκ, που έχει προϋπηρεσία στις ρομαντικές κωμωδίες, αλλά όχι με ιδιαίτερα αποτελέσματα («Εύκολη Κατά Λάθος», «Όχι Μόνο Φίλοι») θα βασιστεί πολύ χαλαρά στο έργο του Σαίξπηρ «Πολύ κακό για το τίποτα» για να παραδώσει μία ταινία που βλέπεται το ίδιο χαλαρά – μπορείς ταυτόχρονα να συζητάς οτιδήποτε, να τρως, να κοιτάς το κινητό…
Ο Μπεν και η Μπία γνωρίζονται τυχαία σε ένα καφέ, θα νιώσουν μία ερωτική έλξη, αλλά γρήγορα θα απομακρυνθούν και όχι με τα καλύτερα αισθήματα. Η μοίρα θα τους φέρει να ταξιδέψουν στην Αυστραλία, με το ίδιο αεροπλάνο, για να παραστούν σε ένα γάμο, που όλως τυχαίως, θα είναι πολύ κοντινών τους ανθρώπων. Σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία και μπροστά σε μια υπέροχη παραλία, θα πρέπει να κάνουν ότι είναι ένα ερωτευμένο ζευγάρι, μπροστά σε συγγενείς και καλεσμένους.
Η συνταγή εκτελείται σύμφωνα με το εγχειρίδιο του είδους, ακόμη και χρονικά, αν εξαιρέσουμε την πραγματικά ξεκαρδιστική σκηνή στην αρχή, με την ηρωίδα να στεγνώνει το παντελόνι της στην τουαλέτα ενός καφέ. Ένα ζευγάρι νιώθει ερωτική έλξη, αυτή χάνεται, ακολουθεί ο «στίβος μάχης», με τις παρεξηγήσεις, τα ευτράπελα, τις χαζό-ίντριγκες, τα σέξι μαγιό και τα τσιτσιδώματα, η επιστροφή της ερωτικής έλξης, η «απρόσμενη» ξανά απομάκρυνση και το… happy and.
Η ταινία, που σημείωσε επιτυχία σε ΗΠΑ και Καναδά, μοιάζει γυρισμένη στον αυτόματο πιλότο, διαθέτει ορισμένες διασκεδαστικές σκηνές, αλλά μέχρι εκεί. Πέρα από τα κλισέ (ακόμη και αυτά της πολιτικής ορθότητας, με το γάμο δυο γυναικών ή την απαραίτητη ζωοφιλία, με το σκυλί της οικογένειας να μεταφέρει τις βέρες του γάμου…) και ορισμένες αναμενόμενες αστείες σκηνές, δεν διαθέτει ούτε το γοητευτικό πρωταγωνιστικό ζευγάρι, αποδεικνύοντας ότι πλέον το Χόλιγουντ δεν πάσχει μόνο από σενάρια και σκηνοθέτες, αλλά και από πρωταγωνιστές. Ο Γκλεν Πάουελ εντελώς αδιάφορος, αλλά ειδικά, η Σίντνεϊ Σουίνι, τις χρυσές εποχές του Χόλιγουντ, δεν θα είχε την ευκαιρία να πάει ούτε τον καφέ στην πρωταγωνίστρια.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Μπία και ο Μπεν μοιάζουν να είναι το ιδανικό ζευγάρι, αλλά μετά από ένα απογοητευτικό πρώτο ραντεβού κάτι συμβαίνει και η καυτή μεταξύ τους έλξη παγώνει. Η μοίρα όμως τα φέρνει έτσι και βρίσκονται και οι δύο καλεσμένοι σε έναν γάμο στη μακρινή Αυστραλία, όπου θα αναγκαστούν να παριστάνουν το ζευγάρι…
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Η Αφρίν στον Καιρό της Πλημμύρας
Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος ελληνικό ντοκιμαντέρ σε σκηνοθεσία Άγγελου Ράλλη, ελληνικής, γερμανικής και γαλλικής παραγωγής του 2023, για τις ολέθριες συνέπειες από την αλλαγή του κλίματος. Σε ένα νησί από λάσπη που σταδιακά εξαφανίζεται εξαιτίας της υπερχείλισης του ποταμού Βραχμαπούτρα – διασχίζει Ινδία, Κίνα και Μπαγκλαντές – ένα 12χρονο ορφανό κορίτσι ετοιμάζεται να αφήσει τον μοναδικό κόσμο που έχει γνωρίσει μέχρι τώρα. Όταν το σπίτι της βουλιάζει από τις πλημμύρες, πηγαίνει με την ξύλινη βάρκα της στη Ντάκα, μια μητρόπολη που σφύζει από ζωή, αλλά κρύβει και κινδύνους. Εντυπωσιακή, επίπονη και επίμονη κινηματογράφηση από τον Ράλλη, ο οποίος θα αναδείξει τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, αλλά και τη βίαιη ενηλικίωση της Αφρίν, ενός παιδιού απ’ τα πολλά, που υφίστανται πλέον τις ανθρώπινες παρεμβάσεις στη φύση.
* Από 10 Φεβρουαρίου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος και στη συνέχεια σε επιλεγμένους κινηματογράφους.
Μάγια η Μέλισσα: Η Χρυσή Σφαίρα
(“Maya the Bee: The Golden Orb”) Η πιο διάσημη μέλισσα επιστρέφει με νέες περιπέτειες, σε αυτό το χαριτωμένο παιδικό – νηπιακό animation, σε σκηνοθεσία Νόελ Κλίρι και σε αυστραλιανή παραγωγή του 2021. Η Μάγια και ο Γουίλι συναντιούνται ξανά σε μια άκρως μυστική αποστολή, με όπλα τους την φιλία και την εμπιστοσύνη. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά με τις φωνές των Σαββίνα Γεωργίου, Αντώνη Παπαμιχαήλ, Πλάτωνα Μουρατίδη κα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ